Στο έλεος των ξένων μεγαλεμπόρων οι Έλληνες ελαιοπαραγωγοί
της ΕΛΕΝΗΣ ΚΟΤΤΕ
Οι Έλληνες παραγωγοί εξαναγκάζονται να δίνουν το λάδι σε χαμηλότερες τιμές για να μην τους μείνει απούλητο
Χτυπάνε τις τιμές λόγω κρίσης και πουλάνε το ελληνικό λάδι ως δικό τους προϊόν
Απροστάτευτοι μπροστά στην κρίση είναι οι Έλληνες ελαιοπαραγωγοί. Ξένοι χονδρέμποροι, κυρίως Ιταλοί, εκμεταλλευόμενοι την οικονομική κρίση αγοράζουν το «χρυσό υγρό» σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές και το «βαφτίζουν» δικό τους τοπικό προϊόν! Το λάδι «ιταλοποιείται» και διατίθεται εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάλιστα, τα «βαφτισμένα» λάδια ανταγωνίζονται τα ελληνικά τυποποιημένα σε αγορές όπως είναι η Ρωσία και η Κίνα.
Οι ξένες εταιρείες συγκεντρώνουν τα ελληνικά έλαια, τα αναμειγνύουν με τη δική τους τοπική παραγωγή, τα ραφινάρουν, τα τυποποιούν και στη συνέχεια τα προωθούν στην αγορά ως δικό τους τοπικό προϊόν. Χαρακτηριστικά, όπως δήλωσε στην «Ε» ο κ. Κωνσταντίνος Βλαβής, πρόεδρος Αγροτικού Συνεταιρισμού Μεταγγιτσίου Χαλκιδικής, «το ελληνικό λάδι φτάνει στις βιομηχανίες της Ιταλίας και της Ισπανίας, περνάει από επεξεργασία, αναμειγνύεται με άλλα λάδια είτε τοπικά είτε από άλλες χώρες και όταν πετύχουν την οξύτητα που θέλουν, βάζουν την τελευταία πινελιά που είναι το χρώμα». Όπως εξηγεί ο κ. Βλαβής σε 20.000 τόνους ρίχνουν μία κουταλιά χρώμα για να πετύχουν το επιθυμητό οπτικό αποτέλεσμα: το πράσινο χρώμα του ελαιολάδου.
Μόνο από την Κρήτη, μία από τις μεγαλύτερες ελαιοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας, φεύγουν με προορισμό την Ιταλία κατά μέσο όρο τον χρόνο 150.000 τόνοι λαδιού. «Οι Έλληνες παραγωγοί είναι ανοχύρωτοι και αδύναμοι απέναντι στην κρίση», λέει στην «Ε» ο κ. Νικ. Μιχελάκης, επιστημονικός σύμβουλος του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ). «Πωλούν ευκολότερα και σε χαμηλότερες τιμές για να μην τους μείνει το λάδι απούλητο. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει κατακερματισμός της προσφοράς και δυστυχώς, οι αγρότες πλην ελαχίστων εξαιρέσεων βρίσκονται στο έλεος των μεσαζόντων. Έτσι κερδίζουν ελάχιστα για τους κόπους ολόκληρης της χρονιάς» λέει ο κ. Μιχελάκης, που χαρακτηρίζει «ξέφραγο αμπέλι» την πώληση λαδιού.
Η διαδρομή του λαδιού
Η μέθοδος που ακολουθούν οι μεγάλες εταιρείες της αλλοδαπής σε βάρος των Ελλήνων παραγωγών έχει ως εξής: Μετά από διαπραγματεύσεις εκμετάλλευσης, κόβουν ένα τιμολόγιο στον παραγωγό ή στο ελαιουργείο. Το λάδι μεταφέρεται χύμα με πλοία χωρίς ιδιαίτερο έλεγχο. Οι ποσότητες ζυγίζονται στα λιμάνια που γίνεται η εισαγωγή, με συνοπτικές διαδικασίες. Κάπου εκεί χάνεται και ο έλεγχος, αφού η εισαγωγή αφορά χύμα λάδι που δεν είναι τυποποιημένο, δεν φέρει ετικέτες προέλευσης, χρονολογίας παραγωγής ή άλλα στοιχεία ταυτότητας.
Το ελληνικό ελαιόλαδο, προτιμάται, όπως μας εξηγεί ο κ. Κωνσταντίνος Βλαβής, για την ποιότητα αλλά και το άρωμά του. Ωστόσο, παρά τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά, περνάει από επεξεργασία, αναμειγνύεται με άλλα λάδια αγνώστου προελεύσεως, τυποποιείται και πωλείται στην αγορά της Γερμανίας ως ιταλικό με την τιμή να φτάνει ακόμα και τα 9 ευρώ το λίτρο!
«made in Italy»
Μάλιστα, το πρώην ελληνικό λάδι μπορεί να διατεθεί ακόμα και στα ράφια των σούπερ μάρκετ της Ελλάδας ως «made in Italy». «Δυστυχώς, οι Έλληνες αγρότες ασχολούνται μόνο με την παραγωγή. Αν μέσω των συνεταιρισμών ασχολούνταν και με την προώθηση, τα πράγματα για το ελληνικό προϊόν ίσως να ήταν καλύτερα», λέει ο κ. Γιώργος Γκικόπουλος, μέλος της ΠΑΣΥ.
Άδικο χαρακτηρίζει ο κ. Μιχελάκης το γεγονός ότι το αγνό ελληνικό παρθένο ελαιόλαδο πωλείται στα ράφια των ευρωπαϊκών σούπερ μάρκετ ως λάδι «madeinItaly». Ωστόσο, όπως μας εξηγεί, στη χώρα μας δεν λειτουργούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και οι Έλληνες παραγωγοί μη μπορώντας να τυποποιήσουν το προϊόν τους το διαθέτουν «χύμα». Έτσι δεν μπορούν να διεκδικήσουν την προέλευση και το όνομα.
Άνοιγμα στις αγορές Ρωσίας - Κίνας
Στο μεγάλο αυτό παζάρι που γίνεται σε βάρος τόσο των ελαιοπαραγωγών όσο και της ελληνικής οικονομίας προσπαθούν να βάλουν φρένο οι αγροτικοί συνεταιρισμοί. Συγκεντρώνουν τα αποθέματα λαδιού, τα τυποποιούν και εν συνεχεία τα διαθέτουν απευθείας στις ξένες αγορές. Έτσι, το κέρδος για τον παραγωγό είναι σαφώς υψηλότερο. Μία φιάλη ενός λίτρου διατίθεται στην αγορά της Βουλγαρίας προς 6,45 ευρώ.
Σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές, όπως σημειώνει ο κ. Γιώργος Γκικόπουλος, μέλος της πανελλαδικής γραμματείας της ΠΑΣΥ, παρατηρείται αύξηση στην εξαγωγή λαδιού 25-30%. Οι εξαγωγές αυτές απευθύνονται κυρίως σε αγορές όπως είναι η Κίνα και η Ρωσία. Στις χώρες αυτές οι καταναλωτές προτιμούν τα σπορέλαια, ωστόσο η ζήτηση για ελαιόλαδο σταδιακά αυξάνεται. Καθώς, όμως, η ζήτηση παραμένει χαμηλή και η οικονομική κρίση μεσουρανεί το κέρδος για τον παραγωγό παραμένει μικρό. Τα τελευταία χρόνια το ελληνικό λάδι κερδίζει έδαφος και σε αγορές όπως η Αμερική, η Αυστραλία και ο Καναδάς, παρότι οι εξαγωγές στις χώρες αυτές είναι ακόμη ιδιαίτερα χαμηλές.
Ανοδική πορεία
«Έχουμε μια αύξηση της τάξεως του 15-20% στις αγορές της Ρωσίας και της Κίνας» λέει στην «Ε» η κυρία Παυλίνα Κασάπη, διευθύνουσα σύμβουλος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μεταγγετσίου Χαλκιδικής, η οποία ψέγει και όσους ελαιοπαραγωγούς δεν έχουν υπομονή και προχωρούν στην πώληση χύμα λαδιού. «Κακώς υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις. Μειώνουν την αγοραστική αξία. H τυποποίηση του ελαιολάδου αποτελεί ένα μέσο αύξησης της προστιθέμενης αξίας του προϊόντος. Θα μπορούσαν ακόμα και μικροπαραγωγοί να απευθύνονται σε συνεταιρισμούς που αναλαμβάνουν την τυποποίηση και την προώθηση του λαδιού στις ξένες αγορές». Όπως συμπληρώνει «το καλύτερο για όλους μας είναι να φεύγει το λάδι από τη χώρα με όνομα προέλευσης ή την ετικέτα του παραγωγού». Όμως, πώς μπορεί ένας Έλληνας παραγωγός, που ζει σε κλίμα ανασφάλειας και αγωνίας για το αύριο να δείξει εμπιστοσύνη στο προϊόν του, όταν το ίδιο το κράτος δεν έχει σταθεί αρωγός στις προσπάθειές του;
Άνεργοι, οι νέοι έμποροι λαδιού
Αρκετοί νέοι άνεργοι, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν ένα μικρό εισόδημα, στρέφονται στο εμπόριο λαδιού. Δειλά – δειλά και σε συνεργασία με Έλληνες ομογενείς προσπαθούν να διεισδύσουν σε άγνωστες αγορές όπως είναι η Βραζιλία και ο Καναδάς. Όπως λένε οι ίδιοι, η αρχή είναι πολύ δύσκολη, τα έσοδα είναι πενιχρά, καθώς δεν ξέρουν την αγορά και πωλούν μικρές ακόμα ποσότητες. ΟΌμηρος, 30 ετών, γεννήθηκε στη Βραζιλία από Έλληνα πατέρα. Ήρθε οικογενειακώς στη χώρα μας, όπου μεγάλωσε και εργάστηκε. «Πριν δυο χρόνια έκλεισε η επιχείρηση που εργαζόμουν και έμεινα άνεργος. Αποφάσισα να γυρίσω στη Βραζιλία, αλλά να πάρω μαζί μου και κάτι από την Ελλάδα: το πιο σπουδαίο προϊόν της, το λάδι» λέει ο ίδιος, ο οποίος πλέον είναι εισαγωγέας αγνού ελληνικού ελαιολάδου. Παρόμοια κίνηση, έκανε και ο Βασίλης 32 ετών. Αποφάσισε να ασχοληθεί με την εμπορία λαδιών στην Κίνα. Σε συνεργασία με Κινέζο έμπορο, βρίσκει Έλληνες μικροπαραγωγούς που θέλουν να πουλήσουν την παραγωγή τους. Το διαδίκτυο αποδεικνύεται μεγάλο όπλο στα χέρια των νέων επιχειρηματιών, καθώς μέσω αυτού βρίσκουν ενδιαφερόμενους και προωθούν το ελληνικό λάδι σε νέες αγορές.
Εξαγωγή σαλιγκαριών στην Ιταλία
Η εκτροφή σαλιγκαριών κερδίζει ολοένα έδαφος στη χώρα μας. Άνεργοι από Αθήνα και Θεσσαλονίκη, επιστρέφουν στα χωριά τους και επενδύουν σε αυτήν την πρωτότυπη εκτροφή είτε με εγκαταστάσεις κλειστού τύπου είτε ανοιχτού.
Όπως όμως ομολογεί στην «Ε» ο κ. Κωνσταντίνος Κούκος, εκτροφέας σαλιγκαριών, «οι επενδύσεις είναι προς το παρόν μικρές και δεν μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί απέναντι στους Ιταλούς (κύριους παραγωγούς των σαλιγκαριών). Απαιτείται, εκτός από τη γη που ίσως κάποιοι διαθέτουν και μεγάλο κεφάλαιο εκκίνησης, με αποτέλεσμα η παραγωγή να είναι περιορισμένη».
«Παρά το γεγονός ότι η εξαγωγή σαλιγκαριών είναι συνεχώς ανοδική, λόγω της χαμηλής παραγωγής δεν μπορούμε να πετύχουμε μεγάλα συμβόλαια πώλησης» λέει ο κ. Κούκος. Η ελληνική παραγωγή σαλιγκαριών εξάγεται κυρίως προς την Ιταλία. Υπάρχουν, ωστόσο, και κάποιοι παραγωγοί που διαθέτουν το προϊόν τους απευθείας στην αγορά της Γαλλίας, ενώ κάποιες άλλες ποσότητες προωθούνται σε φαρμακευτικές εταιρείες.
Οι τιμές
Όσον αφορά την εξαγωγή προς την Ιταλία η χοντρική τιμή πώλησης είναι τα 3,85 ευρώ το κιλό, τη στιγμή που στην αγορά η λιανική τιμή του σαλιγκαριού ξεπερνάει τα 12 ευρώ το κιλό και συνεχώς αυξάνεται. «Εάν η ελληνική παραγωγή αναπτυχθεί, βεβαίως μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί και να πουλήσουμε απευθείας προς 12 ευρώ το κιλό» αναφέρει ο κ. Κούκος και επισημαίνει: «Ακόμα η παραγωγή μας είναι σε νηπιακό επίπεδο».
Πέρυσι ο κ. Κούκος κατάφερε να πουλήσει περίπου 4 τόνους σαλιγκάρια και ευελπιστεί ότι η παραγωγή του επόμενου χρόνου να φτάσει τους 100 τόνους. Παράλληλα, έχει ξεκινήσει δειλά – δειλά την εξαγωγή μικρής ποσότητας προς το Ντουμπάι, μια αγορά με μεγάλη ζήτηση. «Αν καταφέρουμε να αυξήσουμε την παραγωγή μας, φυσικά και μπορούμε να ανταγωνιστούμε τους Ιταλούς, καθώς η προσφορά καλύπτει σήμερα μόλις το 12% της ζήτησης». Επισημαίνει δε, ότι η οικονομική κρίση βοηθά την παραγωγή, καθώς πέφτει το κόστος και περισσότεροι αποφασίζουν να επενδύσουν στην εκτροφή σαλιγκαριών.
Πηγή: http://www.hellada.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=1845
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.